Πείνα – λιμός
Κατά τη
διάρκεια της κατοχής, οι Έλληνες αντιμετώπισαν μεγάλη πείνα, από έλλειψη
τροφής. Το μεγαλύτερο πρόβλημα το είχαν οι μεγάλες πόλεις, όπως η Αθήνα.
Για πολλούς ο μόνος τρόπος επιβίωσης ήταν να μαζέψουν αγριόχορτα και άλλα φυτά από την εξοχή γύρω από την πόλη. Ύστερα τα έβραζαν, αν υπήρχαν καύσιμα, και τα έτρωγαν αλάδωτα. Τα χόρτα αυτά όμως δεν είχαν θρεπτική αξία.
Τα παιδιά έψαχναν στους σκουπιδοτενεκέδες για αποφάγια ή περίμεναν κοντά στις εισόδους υπηρεσίας των μεγάλων ξενοδοχείων. Άλλοι μαζεύονταν γύρω από τις πόρτες των εστιατορίων. Μερικοί Γερμανοί αξιωματικοί βασάνιζαν τα πιτσιρίκια πετώντας τους αποφάγια από τα μπαλκόνια και παρακολουθώντας τα να τσακώνονται μεταξύ τους.
Τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα αφού μετά το ζεστό και ξερό καλοκαίρι, ακολούθησε ένας ασυνήθιστα σκληρός και παρατεταμένος χειμώνας. Οι δρόμοι της Αθήνας ήταν χιονισμένοι και τη νύχτα η θερμοκρασία έπεφτε κάτω από το μηδέν. Το κάρβουνο και το ξύλο είχαν γίνει πολύ ακριβά και καμιά φορά ανύπαρκτα, τα σπίτια δε θερμαινόταν σωστά και οι άνθρωποι υπέφεραν από κρυολογήματα, γρίπη και φθίση. Μετά από κάμποσες βδομάδες υποσιτισμού, οι άνθρωποι εξασθενούσαν με ταχύ ρυθμό. Η έλλειψη βιταμινών προκαλούσε οιδήματα και καλόγερους στα χέρια και στα πόδια, τα οποία αν δε θεραπευόταν, απλώνονταν σε όλο το σώμα και στο πρόσωπο. Οι μισές περίπου οικογένειες στις φτωχογειτονιές εμφάνισαν αυτά τα συμπτώματα στις αρχές του 1942.
Τελικό στάδιο πριν από το θάνατο ήταν μια κατάσταση σωματικής και διανοητικής εξάντλησης. Τότε οι άνθρωποι απλώς κατέρρεαν και ήταν ανήμποροι να ξανασηκωθούν.
Για πολλούς ο μόνος τρόπος επιβίωσης ήταν να μαζέψουν αγριόχορτα και άλλα φυτά από την εξοχή γύρω από την πόλη. Ύστερα τα έβραζαν, αν υπήρχαν καύσιμα, και τα έτρωγαν αλάδωτα. Τα χόρτα αυτά όμως δεν είχαν θρεπτική αξία.
Τα παιδιά έψαχναν στους σκουπιδοτενεκέδες για αποφάγια ή περίμεναν κοντά στις εισόδους υπηρεσίας των μεγάλων ξενοδοχείων. Άλλοι μαζεύονταν γύρω από τις πόρτες των εστιατορίων. Μερικοί Γερμανοί αξιωματικοί βασάνιζαν τα πιτσιρίκια πετώντας τους αποφάγια από τα μπαλκόνια και παρακολουθώντας τα να τσακώνονται μεταξύ τους.
Τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα αφού μετά το ζεστό και ξερό καλοκαίρι, ακολούθησε ένας ασυνήθιστα σκληρός και παρατεταμένος χειμώνας. Οι δρόμοι της Αθήνας ήταν χιονισμένοι και τη νύχτα η θερμοκρασία έπεφτε κάτω από το μηδέν. Το κάρβουνο και το ξύλο είχαν γίνει πολύ ακριβά και καμιά φορά ανύπαρκτα, τα σπίτια δε θερμαινόταν σωστά και οι άνθρωποι υπέφεραν από κρυολογήματα, γρίπη και φθίση. Μετά από κάμποσες βδομάδες υποσιτισμού, οι άνθρωποι εξασθενούσαν με ταχύ ρυθμό. Η έλλειψη βιταμινών προκαλούσε οιδήματα και καλόγερους στα χέρια και στα πόδια, τα οποία αν δε θεραπευόταν, απλώνονταν σε όλο το σώμα και στο πρόσωπο. Οι μισές περίπου οικογένειες στις φτωχογειτονιές εμφάνισαν αυτά τα συμπτώματα στις αρχές του 1942.
Τελικό στάδιο πριν από το θάνατο ήταν μια κατάσταση σωματικής και διανοητικής εξάντλησης. Τότε οι άνθρωποι απλώς κατέρρεαν και ήταν ανήμποροι να ξανασηκωθούν.
( πηγή: Mark
Mazowov. Στην Ελλάδα του Χίτλερ σελ. 62 – 63 )
Πείνα – λιμός ( 2 )
Στα δύσκολα
χρόνια της γερμανικής κατοχής, ο κόσμος πέθαινε από μεγάλη πείνα. Οι
αποκλεισμένες πόλεις και αρκετά χωριά, ξεκομμένα από τους κάμπους, που τα
εφοδίαζαν με σιτάρι, αλάτι & λάδι, υποφέρανε πολύ. Η Αθήνα έγινε τόπος
εφιαλτικός αποσκελετωμένων ανθρώπων με πρησμένες κοιλιές που σούρνονταν
απεγνωσμένα για φαγητό. Τα δελτία ήταν σχεδόν άχρηστα, αφού ψωμί δεν υπήρχε, τα
μαγαζιά τροφίμων κλειστά. Χιλιόμετρα γύρω από την Αθήνα οι φτωχοί αφανίζανε το
πράσινο. Οι πλούσιοι ξαπόστελναν τις υπηρέτριές τους με τους οικογενειακούς
θησαυρούς σε μακρινά χωριά & νησιά για να βρούνε κάνα καρβέλι ψωμί ή
κοτόπουλο. Μαγειρεμένες γάτες σερβίρονταν για κουνέλια.
Ο καφές αντικαταστάθηκε απ' ένα άγευστο αφέψημα από καβουρντισμένο & αλεσμένο κριθάρι. Άλεθαν σιτάρι ανάμεσα σε δύο μεγάλες πέτρες για να φτιάξουν χοντροκομμένο υποκατάστατο του ρυζιού, το κοφτό. Επειδή το σιτάρι ήταν πολύτιμο για να το χρησιμοποιήσουν για αλεύρι, το άσπρο ψωμί το αντικατέστησε ένα σκληρό καλαμποκίσιο ψωμί, η μπομπότα. Έτρωγαν νερόβραστα όσπρια & χαρούπια.
Ο καφές αντικαταστάθηκε απ' ένα άγευστο αφέψημα από καβουρντισμένο & αλεσμένο κριθάρι. Άλεθαν σιτάρι ανάμεσα σε δύο μεγάλες πέτρες για να φτιάξουν χοντροκομμένο υποκατάστατο του ρυζιού, το κοφτό. Επειδή το σιτάρι ήταν πολύτιμο για να το χρησιμοποιήσουν για αλεύρι, το άσπρο ψωμί το αντικατέστησε ένα σκληρό καλαμποκίσιο ψωμί, η μπομπότα. Έτρωγαν νερόβραστα όσπρια & χαρούπια.
Για να δείτε την παρουσίαση πατήστε ΕΔΩ
γ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου